Τρ.Εφ.Κακ.Θεσ 1797/2017 [Απάτη ιδιαίτερα μεγάλης αξίας – Χρήση πλαστού εγγράφου – Μεταβολή κατηγορίας επιτρεπτή – Καταχραστές του Δημοσίου – Οριστική παύση ποινικής δίωξης λόγω παραγραφής]
Πρόεδρος: Σ. Μαντζακίδου, Προεδρεύουσα Εφέτης
Μέλη: Κ.Λιανός ,Ι,Αργυροπούλου
Εισαγγελέας: Ε.Χρυσογιάννη ,Αντεισαγγελέας
Δικηγόροι: Κ.Παρηγόρης. Π.Ζαμπίτης. Μ-Θ.Μένταλη (δικαστική Αντιπρόσωπος ΝΣΚ)
Aπόσπασμα
Παύει οριστικά λόγω παραγραφής η ποινική δίωξη σε βάρος του κατηγορουμένου για τα, κατ’ επιτρεπτή μεταβολή της κατηγορίας, αδικήματα της απάτης ιδιαίτερα μεγάλης αξίας και της χρήσης πλαστού εγγράφου. Συγκεκριμένα, αποδείχθηκε ότι ο κατηγορούμενος με τη χρήση της επίμαχης νοθευμένης άδειας οδήγησης και τις, εν γνώσει του, συναφείς, αναφορικά με αυτήν ψευδείς παραστάσεις του, επιδίωκε τον διορισμό του στη θέση του Συνοριακού Φύλακα και μόνο, χωρίς να σκοπεύει να προσπορίσει στον εαυτό του, ως παράνομο περιουσιακό όφελος, το ποσό των τακτικών αποδοχών που αποκόμισε, με ισόποση ζημία του Ελληνικού Δημοσίου, για όλο το χρονικό διάστημα, ήτοι και μετά τη συμπλήρωση της πενταετούς θητείας του και τη μονιμοποίησή του στην Ελληνική Αστυνομία, ανεξάρτητα και πέραν του ότι δεν θα μπορούσε να σκοπεύει σε κάτι τέτοιο, αφού η τυχόν μονιμοποίησή του στην Ελληνική Αστυνομία, όπως γνώριζε, δεν εξαρτιόταν από τη θέλησή του ή όχι, αλλά από πολλούς άλλους αστάθμητους παράγοντες. Ως προς δε τη χρήση της παραπάνω νοθευμένης άδειας οδήγησης, αποδείχθηκε ότι ο κατηγορούμενος τη χρησιμοποίησε, ως πρόσθετο προσόν, κατά την υποβολή και κατάθεση των απαιτούμενων δικαιολογητικών του για τη συμμετοχή του στον επίμαχο διαγωνισμό και την πρόσληψή του ως Συνοριακού Φύλακα, δηλαδή μία μόνο φορά, και έκτοτε δεν έγινε εκ νέου χρήση αυτής, δεδομένου ότι μετά την κατάθεσή της παρέμεινε στον ατομικό του φάκελο, χωρίς, μάλιστα, να ληφθεί καθόλου υπόψη για την εν γένει υπηρεσιακή του εξέλιξη. Ενόψει των προαναφερομένων, δεν μπορεί να γίνει λόγος για κατ’ εξακολούθηση χρήση του νοθευμένου αυτού εγγράφου, καθώς μετά την κατάθεσή του δεν ακολούθησε άλλη ενέργεια του τελευταίου, με την οποία να κατέστησε αυτό και πάλι προσιτό στην υπηρεσία του. Εξάλλου και ως προς την πράξη της απάτης κατ’ εξακολούθηση, πρέπει να επισημανθεί ότι και αυτή τελέστηκε από τον κατηγορούμενο άπαξ, ενώ χρόνος της τελέσεώς της είναι ο χρόνος υποβολής της παραπάνω αίτησής του και των απαιτούμενων για την υποψηφιότητά του εγγράφων και όχι όλο το χρονικό διάστημα κατά το οποίο ελάμβανε τις μηνιαίες αποδοχές του. Οι εκ μέρους δε του κατηγορουμένου, κατά τον καθ’ έκαστο χρόνο καταβολής των μηνιαίων αποδοχών και επιδομάτων, αποσιωπήσεις της προηγηθείσας ως άνω απατηλής συμπεριφοράς του, δεν συνιστούν αυτοτελείς απάτες, καθόσον δεν υφίστατο νομική υποχρέωσή του προς ανακοίνωσή τους ούτε από τον νόμο, ούτε από τη σχέση εργασίας του, αλλά και ούτε από τα συναλλακτικά ήθη και την καλή πίστη, αφού τέτοια υποχρέωσή του έρχεται σε πρόδηλη αντίθεση με το δικαίωμα της αυτοϋπόθαλψης του δράστη, δηλαδή το δικαίωμά του να αρνηθεί να αποκαλύψει προγενέστερη επικίνδυνη ενέργειά του, η οποία συνεπάγεται ποινική ή πειθαρχική δίωξή του. Επομένως, εν προκειμένω δεν συντρέχει περίπτωση κατ’ εξακολούθηση τέλεσης της απάτης και συνεπώς, κατ’ ορθότερο νομικό χαρακτηρισμό, η αποδιδόμενη στον κατηγορούμενο πράξη είναι αυτή της απάτης, άπαξ τελεσθείσας, υπό τη μορφή της παράστασης ψευδών γεγονότων ως αληθινών που στρέφεται σε βάρος του Ελληνικού Δημοσίου και όχι κατ’ εξακολούθηση, υπό τη μορφή της παρασιώπησης αληθινών γεγονότων διά της παραλείψεως ανακοίνωσής τους.
Recent Comments